Όλοι μιλούν για το τι θα γινόταν εάν η Ρωσία σταματούσε την παροχή φυσικού αερίου προς την Ευρώπη. Από την άλλη, το πιο ενδιαφέρον ερώτημα είναι το εξής: τί θα συμβεί εάν η Ευρώπη σταματήσει να αγοράζει φυσικό αέριο από τη Ρωσία;
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι έτοιμη να ανακοινώσει νέα στρατηγική απαγκίστρωσής της από το ρωσικό αέριο, ως μέρος μιας φιλόδοξης ενεργειακής στρατηγικής για την επίτευξη του ευρωπαϊκού Green Deal και τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 40% μέχρι το 2030. Παρ’ όλα αυτά, το μακροπρόθεσμο σχέδιο διαφέρει πολύ από την άμεση και ολοκληρωτική παύση των αγορών ρωσικού αερίου.
Μια τέτοια άμεση επιλογή δε θα ήταν εύκολη. Το φυσικό αέριο αποτελεί το 20% της ενέργειας της Ε.Ε., και περίπου το 40% αυτής προέρχεται από τη Ρωσία. Σημειωτέον πως ορισμένες βιομηχανίες όπως αυτή της παραγωγής αμμωνίας και λιπασμάτων της Ευρώπης βασίζονται εντελώς στο φυσικό αέριο. Παράλληλα, υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών. Η Σουηδία χρησιμοποιεί σχεδόν μηδενικές ποσότητες αερίου και δεν εισάγει αέριο από τη Ρωσία. Η Ολλανδία βασίζει το 40% της ενέργειάς της στο φυσικό αέριο το οποίο -όμως- δεν προέρχεται από τη Ρωσία. Οι περισσότερο εκτεθειμένες οικονομίες είναι αυτές της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης, με τη Γερμανία να εισάγει πάνω από το 50% του φυσικού της αερίου από τη Ρωσία.
Η Ευρώπη έχει περάσει ένα δύσκολο χειμώνα ελλείψεων σε ό,τι αφορά το φυσικό αέριο. Οι τιμές του υπερτριπλασιάστηκαν το τελευταίο τρίμηνο του 2021, αυξάνοντας παράλληλα και τους λογαριασμούς ρεύματος. Την περασμένη Πέμπτη οι τιμές του φυσικού αερίου κατέγραψαν αύξηση άνω του 50%, με τις τιμές του ηλεκτρικού να ακολουθούν κατά πόδας. Η Γερμανία, πια, πληρώνει $330/μεγαβατώρα σε φυσικό αέριο, υπερδεκαπλάσιο ποσοστό σε σχέση με τον ιστορικό μέσο όρο.
Η απαγκίστρωση της Ευρώπης από την εισαγωγή φυσικού αερίου δε θα σταματήσει τις ενεργειακές ανάγκες της ηπείρου εν μία νυκτί. Όπως και μετά την καταστροφή στη Φουκουσίμα, όταν η Γερμανία αποφάσισε να κλείσει τα πυρηνικά της εργοστάσια, η Ευρωπαϊκή Ένωση ενδέχεται να κληθεί να αυξήσει την εξάρτησή της στον άνθρακα, αυξάνοντας παράλληλα και τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. H παύση παροχής φυσικού αερίου από τη Ρωσία θα σημάνει, επίσης, και την αύξηση σε επενδύσεις στον τομέα του LNG.
Oι τιμολογικές πιέσεις, όμως, τώρα πια οφείλονται κυρίως στην αβεβαιότητα όσον αφορά τη γεωπολιτική κατάσταση, ιδιαίτερα εάν αναλογιστεί κανείς πως η παροχή φυσικού αερίου προς την Ευρώπη μέσω της Ουκρανίας αυξήθηκε χθες κατά τη διάρκεια της εισβολής της Ρωσίας στη χώρα.
Μια ολική στροφή 180 μοιρών και απαγκίστρωση από τη Ρωσία θα άρει την όποια αβεβαιότητα, αλλά θα μεταφραστεί σε τεράστιο κόστος για τους επενδυτές, τους μετόχους και τους Ευρωπαίους πολίτες.
Η προαναφερθείσα ολική άρση δε θεωρείται ως κάτι το εφικτό, αλλά -σύμφωνα με το Bloomberg- θα έπρεπε να είναι.
Αν και υπήρξε αισθητή μείωση στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά τη διάρκεια της πανδημίας, τα ποσοστά αυτά έχουν ανακάμψει και έχουν ξεπεράσει τον ιστορικό μέσο όρο. Το παράδειγμα της πανδημίας, όμως, αποδεικνύει τις άμεσες επιπτώσεις του περιορισμού της ζήτησης.
Το ερώτημα για την ολική άρση του προγράμματος παροχής φυσικού αερίου από τη Ρωσία, βέβαια, θα πρέπει να αποτελεί βάση για μία «πράσινη» μετάβαση χωρίς επιστροφή σε παλαιά ποσοστά εκπομπής αερίων. Αυτό θα σημαίνει αναγκαιότητα αύξησης των αποθεμάτων LNG κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, αλλά το κύριο μέλημα της Ευρώπης θα είναι ο «απογαλακτισμός» από τους υδρογονάνθρακες σε ευρύτερο επίπεδο.
Προφανώς, μια τέτοια προσπάθεια χρειάζεται μαζικές επενδύσεις για τη βελτίωση της μόνωσης των ακινήτων, βελτίωση της τεχνολογίας «πράσινου» υδρογόνου και διεύρυνσης της χρήσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Η καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής δικαιολογεί αυτές τις επενδύσεις και τα κόστη σε περίπτωση «πολέμου» κατά του παγκόσμιου προβλήματος αυτού. Εάν προσθέσει κανείς και την πιθανότητα πρόκλησης πραγματικού πολέμου στη Γηραιά Ήπειρο, τα κόστη αυτά -σύμφωνα με τον αρθρογράφο του Bloomberg, Gernot Wagner, θα πρέπει να θεωρηθούν ως αποδεκτά.