Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Ο.Ο.Σ.Α. η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα που το ήδη πολύ υψηλό κόστος της φορολογικής και ασφαλιστικής επιβάρυνσης της εργασίας αυξήθηκε τον προηγούμενο χρόνο αγγίζοντας κατά μέσο όρο το 36%.
Του Τάσου Ι. Αβραντίνη*
Οι φορολογικοί συντελεστές στην Ελλάδα καταγράφονται οι υψηλότεροι του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Για παράδειγμα:
α) ο συντελεστής ΦΠΑ στην Ελλάδα είναι 24%, ενώ στην Ευρωπαϊκή Ένωση ο μ.ο. είναι 21,52%,
β) ο φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων διαμορφώνεται στη χώρα μας στο 29%, ενώ στην Ευρωπαϊκή Ένωση ο μ.ο. είναι 21,82% και
γ) ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων στην Ελλάδα αγγίζει το 50%, ενώ στην Ευρωπαϊκή Ένωση φθάνει το 36,66%.
Επίσης από το οικονομικό ρεπορτάζ μαθαίνουμε ότι 21.000 φορολογούμενοι (φυσικά και νομικά πρόσωπα) έπαψαν τον προηγούμενο μήνα να είναι φορολογικοί κάτοικοι της χώρας. Από την αρχή της κρίσης οι φορολογούμενοι που έκαναν χρήση του «δικαιώματος εξόδου» από τη χώρα υπολογίζεται ότι ξεπερνούν τις 500.000.
Οι αγγλοσάξονες χρησιμοποιούν μια πετυχημένη έκφραση για να περιγράψουν το φαινόμενο: “Vote with your feet”.
Δεν μπορεί το άτομο βεβαίως να αξιώσει από μια κυβέρνηση χαμηλή φορολογία, αλλά εάν διαθέτει κάποιο στοιχειώδες ανθρώπινο κεφάλαιο είναι σε θέση να αποδοκιμάσει έμπρακτα τη ληστρική φορολογία της χώρας του και να αναζητήσει μια άλλη χώρα με ευνοϊκότερες συνθήκες για να αναπτύξει την οικονομική του δραστηριότητα.
Αυτό το φαινόμενο συμβαίνει ήδη στην Ελλάδα και κατά την εκτίμησή μου πρόκειται να λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις στο μέλλον εάν δεν αλλάξουμε νοοτροπία.
Για να αντιληφθούμε γιατί η υψηλή φορολογία και οι εξοντωτικές ασφαλιστικές εισφορές αποτελούν ισχυρό κίνητρο για να εγκαταλείψει κανείς τη χώρα και είναι βασικές αιτίες της ανεργίας, της φοροδιαφυγής και σοβαρό αντικίνητρο για εργασία και δημιουργία, ας δούμε με απτά παραδείγματα ποια είναι η συνολική επιβάρυνση εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα σε τέσσερα διαφορετικά μισθολογικά κλιμάκια, συγκριτικά σε Ελλάδα, Κύπρο και Ιρλανδία.
Θα προέτρεπα τον πρωθυπουργό και τους συμβούλους του να ταξιδέψουν στην Κύπρο και στην Ιρλανδία και να πάρουν από αυτές τις χώρες, και όχι από τριτοκοσμικές δικτατορίες της φτώχειας, παραδείγματα βέλτιστης δημοσιονομικής πολιτικής.
Ίσως μας δινόταν μια καλή ευκαιρία για να απαλλαγούμε μια και καλή κι από το φορολαγνικό δόγμα Σημίτη «Δεν θα γίνουμε Ιρλανδία», το οποίο μεταφράζεται για τους γνωρίζοντες ότι δεν θα γίνουμε μια χώρα που κατάφερε, με την ευνοϊκή φορολογική πολιτική της, την άρση όλων των γραφειοκρατικών εμποδίων στην επιχειρηματικότητα και των κανονιστικών ρυθμίσεων της αγοράς εργασίας, να προσελκύσει τόσο πολλούς πολυεθνικούς γίγαντες στο έδαφός της (ενδεικτικά Apple, Google, Microsoft, Pfizer, Yahoo).
Χίλιες και πλέον πολυεθνικές επιχειρήσεις είναι εγκατεστημένες στην Ιρλανδία, σ’ αυτές εργάζονται περισσότεροι από 160.000 εργαζόμενοι, ενώ και το ποσοστό της ανεργίας στην Ιρλανδία βρίσκεται μόλις στο 7,5% (από 15% που ήταν το 2013), δηλαδή είναι χαμηλότερο από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης που κυμαίνεται περίπου στο 8,3%.Τα παραπάνω στοιχεία αναδεικνύουν μια από τις πολλές όψεις της ελληνικής κακοδαιμονίας.
Ο εργαζόμενος στον ιδιωτικό τομέα στην Ελλάδα έχει καθαρές αποδοχές που ως ποσοστό του συνολικού κόστους μισθοδοσίας του υπολείπονται από 20% έως 26% των αντιστοίχων του εργαζόμενου στην Κύπρο και από 20% έως 22% αυτών του εργαζομένου στην Ιρλανδία.
Κύπρος και Ιρλανδία βρέθηκαν σε κρίση και χρειάστηκε να υπογράψουν μνημόνια με τους πιστωτές τους. Το 2008 η Ιρλανδία και το 2013 η Κύπρος δέχθηκαν τεράστιες πιέσεις από τους πιστωτές τους να αυξήσουν τους φορολογικούς συντελεστές.
Επικαλούμενες το κεκτημένο του φορολογικού ανταγωνισμού από τις Ευρωπαϊκές Συνθήκες, και ιδίως τη Συνθήκη της Λισαβόνας, οι ηγεσίες των δύο αυτών χωρών προτίμησαν όχι τον εύκολο αλλά αδιέξοδο δρόμο της αύξησης των φόρων αλλά τον δύσκολο δρόμο της ελευθερίας. Δεν υπέκυψαν στις πιέσεις, προτίμησαν να δημιουργήσουν κίνητρα για την εργασία και να προχωρήσουν σε μεγάλες μεταρρυθμίσεις και μείωση του δημόσιου τομέα.
Το μάθημα για τον πρωθυπουργό και την χωρίς εισαγωγικά αριστερή κυβέρνησή του, αλλά και για τα κόμματα του ευρωπαϊκού τόξου, είναι ένα, απλό και κατανοητό: εάν θέλουν να κρατήσουν τις επιχειρήσεις στην Ελλάδα θα πρέπει να πάψουν να τις αποθαρρύνουν από το να εργάζονται και να συσσωρεύουν κεφάλαια.
* Ο Τάσος Ι. Αβραντίνης είναι αντιπρόεδρος της Δράσης.
ΠΗΓΗ: http://www.liberal.gr/