Η Wood & Company εκτιμά ότι η σταθερή δημοσιονομική εκτέλεση συνεχίζει να συμβάλλει στην ομαλοποίηση της οικονομίας μέσω και του εδραιωμένου χαμηλού δημοσίου κόστους δανεισμού. Η μεγέθυνση του δανεισμού των επιχειρήσεων μέσω των εκταμιεύσεων των κονδυλίων της ΕΕ και των υψηλότερων δημόσιων επενδύσεων σε σχέση με το παρελθόν είναι βασικό στοιχείο της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας. Βάσει των παραπάνω, η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει να ξεπερνά σε επιδόσεις την Ευρωζώνη την περίοδο 2025-2026, όπως το πέτυχε και την προηγούμενη διετία με κινητήρια δύναμη τις επενδύσεις και την αύξηση στα αποθέματα.
Η Wood & Company προβλέπει ότι η ανάπτυξη για φέτος θα μειωθεί σε 2% από 2,4% το 2024 και θα αυξηθεί σε 2,7% το 2026. Ο δείκτης χρέους προς το ΑΕΠ θα υποχωρήσει στο 156% το 2025 από 158% το 2024 και θα υποχωρήσει περαιτέρω το 2026 σε 152%. Η απόδοσης του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου είναι υψηλή βάσει των ελληνικών θεμελιωδών δυνάμεων και μεγεθών. Ωστόσο, η τάση της συνεχιζόμενης ανόδου στις αποδόσεις των ομολόγων σε Ευρώπη και ΗΠΑ θα μπορούσε να δημιουργήσει μετάδοση για τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία τους επόμενους τρεις μήνες. Για το έτος συνολικά, εκτιμά ότι η απόδοση του ελληνικού δεκαετούς θα διαμορφωθεί 3,1% και στο 3,3% το 2026.
«Το καταναλωτικό κλίμα βελτιώθηκε λόγω της βελτίωσης της προθυμίας για δαπάνες και της αντίληψης για την οικονομία, με τους φόβους για την ανεργία να αμβλύνονται. Ωστόσο, η τάση για το κλίμα της οικονομικής συγκυρίας είναι αυξημένη, ο αντιλαμβανόμενος πληθωρισμός υποχωρεί με οδυνηρά αργό ρυθμό, γεγονός που πιθανότατα περιορίζει την κατανάλωση στο να περάσει στην επόμενη φάση υψηλότερα, παρά τη μείωση του ποσοστού ανεργίας. Το ποσοστό ανεργίας συνέχισε την πτωτική του τάση, υποχωρώντας στο 9,4% τον Δεκέμβριο του 2024, από 10,4% το Δεκέμβριο του 2023. Οι έρευνες στα νοικοκυριά δεν αποκαλύπτουν καμία αντιληπτή βελτίωση της πραγματικής αγοραστικής δύναμης από το 2019, ενώ οι μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις παραμένουν στη μακρά διαδικασία βελτίωσης των ισολογισμών τους, η οποία αρχίζει να αποδίδει σημαντικά κέρδη, αλλά αυτά δεν είναι αρκετά εκτεταμένα ώστε να προσφέρουν σημαντική αύξηση των μισθών και προοπτικές για τους εργαζόμενους», εξηγεί ο οίκος.
Τα στοιχεία για τις πιστώσεις και τις καταθέσεις που ανακοίνωσε η Τράπεζα της Ελλάδος έδειξαν επιβράδυνση των χορηγήσεων. Τα δάνεια προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις αυξήθηκαν κατά 10% σε ετήσια βάση τον Δεκέμβριο, βραδύτερα από 16,6% σε ετήσια βάση τον Νοέμβριο, ενώ τα δάνεια προς τα νοικοκυριά μειώθηκαν κατά 5,8% σε ετήσια βάση έναντι πτώσης 3,8% σε ετήσια βάση το Νοέμβριο. Ο δανεισμός των νοικοκυριών μειώθηκε κατά 1,2% σε ετήσια βάση από αύξηση 1,7% σε ετήσια βάση τον Νοέμβριο, ενώ η πτώση στα ενυπόθηκα δάνεια ήταν εντονότερη από τις προηγούμενες τάσεις, στο -7% σε ετήσια βάση από -5,2% σε ετήσια βάση τον Νοέμβριο. Για το α’ τρίμηνο φέτος, οι τράπεζες αναμένουν ότι η ζήτηση δανείων θα παραμείνει αμετάβλητη για τα δάνεια προς επιχειρήσεις και τα καταναλωτικά δάνεια, αλλά θα αυξηθεί για τα στεγαστικά δάνεια.