«Χρυσά» έσοδα καταγράφει η ποδοσφαιρική «βιομηχανία» της Ευρώπης, με την «βασίλισσα» Ρεάλ Μαδρίτης να επιστρέφει στον θρόνο της από εμπορικής πλευράς μετά από μια 5ετία.
Οι κακές μέρες της πανδημίας και τα lockdown που ώθησαν πολλούς συλλόγους στα όριά τους ανήκουν πλέον σε ένα αρκετά… μακρινό παρελθόν, αφού ο «λογαριασμός» εκτινάσσεται για το Top-20 των γηπέδων στα 10,5 δισ. ευρώ, με ρεκόρ εισπράξεων σε όλες σχεδόν τις επιμέρους πηγές.
«Πρωταθλήτρια» στις business της μπάλας η σημερινή παρέα του φοβερού Τζουντ Μπέλινγκχαμ (ο Βρετανός σταρ αποκτήθηκε το καλοκαίρι), η Ρεάλ, με τζίρο 831 εκατ. ευρώ, παρότι αγωνιστικά είδε τόσο στη La Liga, όσο και στο Champions League άλλους να παίρνουν τα «σκήπτρα».
Κατέκτησε όμως τον πρώτο τίτλο του 2024, με την εμφατική νίκη της στον τελικό του Σούπερ Καπ Ισπανίας σε βάρος της Μπαρτσελόνα με σκορ 4-1…
Η 27η έκδοση της έκθεσης Football Money League, από το Sports Business Group της Deloitte, δείχνει κατακόρυφη αύξηση στα εμπορικά έσοδα του αθλήματος σε όλη την Ευρώπη. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν, οι 20 σύλλογοι με τα υψηλότερα έσοδα στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο για το 2024 πέτυχαν έναν αθροιστικό τζίρο ρεκόρ 10,5 δισ. ευρώ την προηγούμενη χρήση, στη σεζόν 2022/’23.
Ποσό αυξημένο κατά 14% σε σχέση με το προηγούμενο έτος (9,2 δισ. ευρώ, 2021/’22), απόρροια των επιδόσεων ρεκόρ των συλλόγων της Money League από εμπορικά και αγωνιστικά έσοδα, ύψους 4,4 δισ. ευρώ και 1,9 δισ. ευρώ αντίστοιχα. Όπως αναφέρεται, τα έσοδα των αγώνων προήλθαν από τη μεγάλη ζήτηση των φιλάθλων για live παρακολούθηση αυτών, καθώς τα γήπεδα άνοιξαν και πάλι με πλήρη χωρητικότητα σε όλη την ηπειρωτική Ευρώπη κατά τη διάρκεια της σεζόν 2022/23.
Η επιστροφή» της «βασίλισσας»
Η άλλη είδηση ήταν το come back της Ρεάλ Μαδρίτης, η οποία γυρίζει στην κορυφή της Money League (με συνολικά έσοδα 831 εκατ. ευρώ) και την ακολουθούν η Μάντσεστερ Σίτι (826 εκατ. ευρώ), η Παρί Σεν Ζερμέν (802 εκατ. ευρώ), η Μπαρτσελόνα (800 εκατ. ευρώ) και η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ (746 εκατ. ευρώ).
Τα εμπορικά έσοδα αντιπροσώπευσαν τη μεγαλύτερη ροή εσόδων για τους συλλόγους της Money League για πρώτη φορά από τη σεζόν 2015/’16 (με εξαίρεση τη σεζόν 2019/’20 που επηρεάστηκε από τον COVID-19). Συγκεκριμένα, 17 από τους 20 κορυφαίους συλλόγους ανέφεραν αύξηση των εμπορικών εσόδων σε σχέση με πέρυσι, με την αύξηση να αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στη βελτίωση των λιανικών πωλήσεων, τα έσοδα από τις μη-αγωνιστικές εκδηλώσεις και την ανάκτηση των εσόδων από χορηγίες που είχαν επηρεαστεί από την πανδημία.
Αντίθετα, τα έσοδα από τις ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις σημείωσαν μέτρια αύξηση κατά 5%, όπως ανέφεραν οι σύλλογοι της Money League, με την αύξηση να περιορίζεται εν μέρει λόγω του ότι η σεζόν 2022/’23 εμπίπτει στις ήδη υπάρχουσες εγχώριες αναμεταδόσεις. Συνολικά, οι σύλλογοι της Money League ανέφεραν μέσο όρο εσόδων άνω των 500 εκατ. ευρώ, με τα εμπορικά και τα ραδιοτηλεοπτικά έσοδα να συνεισφέρουν παρόμοια ποσά ύψους 222 εκατ. ευρώ (42%) και 213 εκατ. ευρώ (40%) αντίστοιχα, ακολουθούμενα από τα έσοδα των αγωνιστικών (92 εκατ. ευρώ, 18%).
Χαρακτηριστική θεωρείται η δήλωση του Tim Bridge, lead partner στο Sports Business Group της Deloitte, ο οποίος σχολίασε τα νέα οικονομικά δεδομένα, λέγοντας: «Άλλη μία χρονιά ρεκόρ για τους συλλόγους της Money League, που μαρτυρά τη συνεχιζόμενη οικονομική ισχύ της ποδοσφαιρικής βιομηχανίας. Η υψηλή ζήτηση για live παρακολούθηση αγώνων οδηγεί στην περαιτέρω αύξηση των εμπορικών εσόδων και των εσόδων από τις ημέρες διεξαγωγής των αγώνων ειδικότερα.
Καθώς οι σύλλογοι φαίνεται ότι δεν μπορούν πλέον να βασίζονται στην εκθετική αύξηση των εσόδων των ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων, η δημιουργία ενός πιο εμπορικά εστιασμένου επιχειρηματικού μοντέλου θα τους βοηθήσει να επιτύχουν μεγαλύτερο έλεγχο της οικονομικής τους σταθερότητας. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει την ανάπτυξη νέων εμπορευμάτων ή μη-αγωνιστικών εκδηλώσεων, όπως συναυλίες, για τη δημιουργία νέων εμπορικών επιλογών».
Η ανατροπή της Σίτι
«Θύμα» μιας μεγάλης ανατροπής έπεσε η νυν κάτοχος του Champions League και πρωταθλήτρια στην ακριβότερη λίγκα του κόσμου, την αγγλική Premier League. Η Ρεάλ Μαδρίτης υποσκέλισε τη Μάντσεστερ Σίτι από την 1η θέση της Money League για να καταστεί ο ποδοσφαιρικός σύλλογος με τα μεγαλύτερα έσοδα το 2022/’23. Επανέρχεται στο υψηλότερο σκαλί του βάθρου για πρώτη φορά από το 2017/’18 με έσοδα ρεκόρ 831 εκατ. ευρώ, όπως προαναφέρθηκε, σημειώνοντας αύξηση 118 εκατ. ευρώ σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Επιτυχία και για τη γαλλική Παρί Σεν Ζερμέν του Κιλιάν Εμπαπέ, η οποία εισήλθε στην πρώτη τριάδα για πρώτη φορά στην ιστορία της Money League με έσοδα 802 εκατ. ευρώ. Η Μπαρτσελόνα, στην 4η θέση (800 εκατ. ευρώ), κατάφερε μία από τις μεγαλύτερες αλλαγές κατάταξης στη φετινή Money League, ανεβαίνοντας από την 7η θέση, ως αποτέλεσμα των εσόδων ρεκόρ από πώληση δικαιωμάτων και merchandising του συλλόγου, αλλά και της επιστροφής των φιλάθλων στα γήπεδα.
Η Λίβερπουλ (683 εκατ. ευρώ) σημείωσε τη μεγαλύτερη πτώση στην κατάταξη σε σχέση με πέρυσι, καθώς μετακινήθηκε από την 3η στην 7η θέση λόγω της πτώσης των επιδόσεών της εντός γηπέδου, τόσο σε εγχώριες, όσο και σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Ήταν μία από τις τρεις ομάδες της Money League (μαζί με την Ατλέτικο Μαδρίτης και τη Γουέστ Χαμ Γιουνάιτεντ) που ανέφερε μείωση εσόδων.
Ενώ υπήρξαν ελάχιστες αλλαγές σε σχέση με πέρυσι στην πρώτη δεκάδα, υπήρξαν αξιοσημείωτες αλλαγές μεταξύ των θέσεων 11 έως 20. Σε ό,τι αφορά τις ομάδες από την ηπειρωτική Ευρώπη: Η Άιντραχτ Φράνκφουρτ, η SCC Νάπολι και η Ολιμπίκ ντε Μαρσέιλ αντικατέστησαν μια τριάδα αγγλικών συλλόγων αποτελούμενη από τη Λέστερ Σίτι, τη Λιντς Γιουνάιτεντ και την Έβερτον, αποδεικνύοντας την επιρροή της απόδοσης των ομάδων εντός γηπέδου στα οικονομικά έσοδα.
Τη σεζόν 2022/’23, ο αριθμός των ομάδων της Premier League στη Money League μειώθηκε σε οκτώ από τους τουλάχιστον δέκα συλλόγους που εμφανίζονταν τα δύο τελευταία χρόνια. Ο Bridge πρόσθεσε ακόμα ότι: «Τις επόμενες σεζόν, οι ευρωπαϊκοί σύλλογοι μπορεί να προσπαθήσουν να διαφοροποιήσουν περαιτέρω τις πηγές των εσόδων τους, προκειμένου να αποκτήσουν τον έλεγχο σε μεγαλύτερο ποσοστό των συνολικών εσόδων τους.
Αυτό θα επιτρέψει στους συλλόγους να προστατεύονται όχι μόνο από τη μεταβλητότητα της απόδοσης εντός του γηπέδου, αλλά και από ευρύτερες μακροπρόθεσμες προκλήσεις και αλλαγές στο ποδοσφαιρικό σύστημα. Σε μια εποχή που οι σύλλογοι αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο βαθμό χρηματοοικονομικών ελέγχων, η επίτευξη της σωστής ισορροπίας μεταξύ της εξασφάλισης των καλύτερων ταλέντων εντός του γηπέδου και της διατήρησης μιας υγιούς οικονομικής βάσης μέσω εμπορικών δραστηριοτήτων, θα αποβεί καθοριστική».
Οι γυναίκες της Μπάρτσα
Θραύση κάνουν όμως και οι γυναίκες στα γήπεδα. Βέβαια, οι αποστάσεις από τους άνδρες είναι χαώδεις. Η 27η έκδοση της Money League περιλαμβάνει στην ανάλυσή της και τους 15 γυναικείους συλλόγους με τα υψηλότερα έσοδα στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Η FC Barcelona Femení παρέμεινε στην κορυφή του γυναικείου ποδοσφαίρου στην Ευρώπη τη σεζόν 2022/’23, σημειώνοντας έσοδα 13,4 εκατομμυρίων ευρώ, με αύξηση 74% σε σχέση με πέρυσι.
Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ Γυναικών διατήρησε επίσης τη 2η θέση της, με έσοδα 8 εκατ. ευρώ, λόγω των ισχυρών εμπορικών της επιδόσεων (6 εκατ. ευρώ) και η Ρεάλ Μαδρίτης Γυναικών ανέβηκε στην 3η θέση με έσοδα 7,4 εκατ. ευρώ, αύξηση 416% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Η Μάντσεστερ Σίτι Γυναικών καταλαμβάνει την 4η θέση (με 5,3 εκατ. ευρώ) σημειώνοντας ετήσια αύξηση εσόδων 5%, αποτελώντας έναν από τους τρεις συλλόγους (μαζί με την Παρί Σεν Ζερμέν Γυναικών και την Έβερτον Γυναικών) της πρώτης 15άδας που αναφέρει μικρότερη από διψήφια ετήσια αύξηση εσόδων.
Η Άρσεναλ Γυναικών συμπληρώνει την πρώτη πεντάδα με έσοδα 5,3 εκατ. ευρώ, μια αύξηση 138% σε σχέση με πέρυσι. Ο σύλλογος πέτυχε τα υψηλότερα έσοδα από τη διεξαγωγή αγώνων μεταξύ των 15 συλλόγων (3,1 εκατ. ευρώ, 58% των συνολικών εσόδων του), έχοντας φιλοξενήσει τρεις από τους αγώνες WSL των συλλόγων το 2022/’23 στο Emirates Stadium, με πάνω από 40.000 θεατές στον κάθε αγώνα.
Από τους 15 γυναικείους συλλόγους που περιλαμβάνονται στην ανάλυση της Deloitte, ο μέσος όρος των εσόδων ανήλθε σε 4,3 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 61% σε σχέση με τον μέσο όρο για το 2021/’22 (2,6 εκατ. ευρώ). Στο πλαίσιο αυτό, τα εμπορικά έσοδα αντιστοιχούσαν στο 58% του συνόλου των εσόδων των 14 συλλόγων, με τα έσοδα των αγώνων να ακολουθούν με 22% και τα έσοδα των ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων με 20%.
Ωστόσο, τα ευρήματα υπογραμμίζουν ότι υπάρχει σημαντική διαφοροποίηση στον τρόπο με τον οποίο οι σύλλογοι παράγουν έσοδα, ακόμη και στο ίδιο πρωτάθλημα. Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ Γυναικών, για παράδειγμα, δημιούργησε το 74% των εσόδων της μέσω εμπορικών συνεργασιών, ενώ η Άρσεναλ Γυναικών κέρδισε το 58% των εσόδων της από τα έσοδα των αγώνων.
Τα έσοδα από τις ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις σε κάθε πρωτάθλημα ποικίλλουν επίσης σημαντικά. Το WSL της Αγγλίας και η ισπανική Liga F είχαν ετήσια αξία δικαιωμάτων μετάδοσης περίπου 8 εκατομμυρίων ευρώ το 2022/’23, σχεδόν οκτώ φορές μεγαλύτερη από εκείνη της ιταλικής Serie A Femminile (περίπου 1 εκατ. ευρώ), η οποία έγινε πλήρως επαγγελματική από τη σεζόν 2022/’23.
Η Amy Clarke, επικεφαλής του γυναικείου αθλητισμού στο Sports Business Group της Deloitte, σχολίασε: «Τη σεζόν 2022/’23 καταγράφηκε σημαντική οικονομική ανάπτυξη στις κορυφαίες κατηγορίες του ευρωπαϊκού γυναικείου ποδοσφαίρου. Η αύξηση του αριθμού των γυναικείων αγώνων που παίζονται στα κύρια γήπεδα των συλλόγων ενίσχυσε τα έσοδα των αγωνιστικών, ενώ η αυξημένη τηλεθέαση και οι μεμονωμένες συνεργασίες συνέβαλαν στην επιτάχυνση της εμπορευματοποίησης του παιχνιδιού.
Το γυναικείο ποδόσφαιρο αρχίζει να αναπτύσσεται, αλλά αυτή η ανάπτυξη δεν περιορίζεται σ’ ένα μόνο επιχειρηματικό μοντέλο. Κάθε σύλλογος διερευνά τον δικό του μοναδικό τρόπο για να μεγιστοποιήσει τα έσοδα μέσα στις τρέχουσες δομές του παιχνιδιού. Δεδομένου ότι το γυναικείο ποδόσφαιρο βρίσκεται σε στάδιο διαμόρφωσης, αναδεικνύεται μια πραγματική ευκαιρία οριοθέτησης του αθλήματος παγκοσμίως, μέσω της καινοτόμου σκέψης σε όλες τις πτυχές του παιχνιδιού, συμπεριλαμβανομένης της ευημερίας των παικτών, των εμπορικών σχέσεων, της διοίκησης και των επιχειρηματικών μοντέλων».