Ένα ηλιόλουστο πρωινό, στην πόλη της Grândola στα νότια της Λισαβόνας, η Σάντι Τσεν περπατά στην μικρή πόλη των 14.000 κατοίκων, έτοιμη για τις πέντε προβολές ακινήτων που έχει προγραμματίσει. Αναρωτιέται εάν θα είναι η μόνη κάτοικος με καταγωγή από την Κίνα εάν καταλήξει να αγοράσει κάποιο από αυτά. Η συνταξιούχα Τσεν η οποία προέρχεται από την Τιαντζίν της βόρειας Κίνας προσπαθεί να βρει ένα ακίνητο πριν την άρση του προγράμματος χρυσής βίζας της πορτογαλικής κυβέρνησης.
Το 2021, η Πορτογαλία χαλάρωσε τους κανονισμούς για τη πρόγραμμα αυτό, στην επένδυση -ή αγορά κατοικίας- αξίας 350.000 ευρώ στη χώρα. Πριν από δύο, όμως, μήνες, η ραγδαία αύξηση των τιμών ακινήτων οδήγησε σε αναθεώρηση της πορτογαλικής κυβέρνησης, η οποία ανακοίνωσε ακύρωση του προγράμματος σε σύντομο χρονικό διάστημα. Αν, όμως, η Τσεν καταφέρει να υπογράψει ένα συμβόλαιο για την αγορά ακινήτου και καταθέσει την αίτησή της για βίζα πριν την άρση του προγράμματος αυτού, θα μπορέσει να ζει και να κινείται ελεύθερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τα προγράμματα
Δεδομένης της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του 2008, η Πορτογαλία και τουλάχιστον άλλες 10 ευρωπαϊκές χώρες είχαν προσπαθήσει να εξορθολογίσουν τα οικονομικά τους μέσω προσφοράς παρεμφερών προγραμμάτων. Χωρίς την ύπαρξη γενικότερων ευρωπαϊκών κανονισμών, οι όροι για τη χρυσή βίζα αυτή διέφεραν σημαντικά. Το μίνιμουμ ξεκινούσε στη Λετονία από τα 50.000 ευρώ, μέχρι το μάξιμουμ της Ολλανδίας στα 1,2 εκατομμύρια ευρώ. Ως αποτέλεσμα, οι επενδυτές οι οποίοι ζουν και εργάζονται στη χώρα για τρία έως πέντε χρόνια θα μπορούν να κάνουν αίτηση για υπηκοότητα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει πολλάκις πιέσει τις χώρες αυτές για άρση των προγραμμάτων χρυσής βίζας, τονίζοντας πως είναι αντιδημοκρατικά και προσελκύουν «βρώμικο χρήμα» στην περιοχή. Σύμφωνα με τον Ευρωπαίο Επίτροπο Ντιντιέ Ρέιντερς, μάλιστα, «τα ευρωπαϊκά ήθη δεν είναι διαθέσιμα προς πώληση». Δεδομένης, πια, της σταθερότητας των ευρωπαϊκών οικονομιών και της αντίδρασης των ημεδαπών πολιτών στο εσωτερικό των χωρών αυτών, πολλές εξ αυτών έχουν αναθεωρήσει τα πλάνα τους. Η Ιρλανδία κατήργησε το πρόγραμμά της στις 15 Φεβρουαρίου, ενώ η Ελλάδα έχει τονίσει πως θα διπλασιάσει το όριο της επένδυσης στα 500.000 ευρώ σε πολλά σημεία της χώρας, συμπεριλαμβανομένης και της Αθήνας. Δεδομένης της μείωσης του ενδιαφέροντος στην Πορτογαλία και την Ιρλανδία, οι ειδικοί πια τονίζουν πως το ενδιαφέρον έχει μεταφερθεί τόσο στην Ελλάδα όσο και την Ισπανία.
Σύμφωνα με το Bloomberg, τα διαθέσιμα δεδομένα υποδεικνύουν πως το μεγαλύτερο ποσοστό των αλλοδαπών που προχωρούν σε τέτοιες επενδύσεις προέρχονται από την Κίνα. Στην Ιρλανδία η οποία προσέφερε υπηκοότητα με επενδύσεις 500.000 ευρώ σε άτομα με περιουσία άνω των 2 εκατομμυρίων ευρώ, οι Κινέζοι πολίτες αποτέλεσαν το 90% των 1.727 αιτήσεων από το 2012. Στην Ελλάδα, οι Κινέζοι αποτελούν το 60% των 12.818 αιτήσεων για χρυσή βίζα την τελευταία δεκαετία, ενώ στην Πορτογαλία το 50% των αντίστοιχων 11.758 αιτήσεων προέρχονταν από Κινέζους πολίτες. Παράλληλα αυξημένες είναι και οι αιτήσεις από Ρώσους αλλά και Αμερικανούς πολίτες.
Τα προγράμματα αυτά προσέλκυσαν πακτωλό χρημάτων στην ευρωπαϊκή αγορά ακινήτων, περί των 3,5 δισ. ευρώ ετησίως από το 2016 μέχρι το 2019, σύμφωνα με το Ευρωκοινοβούλιο. Στην Πορτογαλία, σύμφωνα με αναθεώρηση του νόμου του 2015, το μίνιμουμ όριο της επένδυσης μειώνεται κατά 1/3 σε περίπτωση που το ακίνητο χρειάζεται ανακαίνιση. Γι αυτόν το λόγο, 4 από τα 5 ακίνητα τα οποία επισκέφτηκε η Τσεν είχαν ηλικία άνω των 30 ετών.
Αύξηση των τιμών
Στη Λισαβόνα, οι κανονισμοί και τα προγράμματα αυτά έχουν αλλάξει την εικόνα της πόλης, προσελκύοντας τουρίστες και οικονομικά εύρωστους επαγγελματίες. Η περιοχή Cais do Sodré η οποία κάποτε αποτελούσε την «κόκκινη συνοικία» κοντά στη θάλασσα έχει πια μετατραπεί σε συνοικία γεμάτη με μικρά ξενοδοχεία, εστιατόρια γκουρμέ και μπουτίκ πολυτελείας. Στην κύρια οδό της περιοχής, η ψαραγορά των 133 ετών έχει πια μετατραπεί σε ένα food hall το οποίο προσελκύει 4 εκατομμύρια τουρίστες ετησίως.
H αναζωογόνηση της περιοχής, όμως, έχει αυξήσει τις τιμές των ακινήτων και έχει εντείνει τις αντιδράσεις των πολιτών για την αντικατάσταση των Πορτογάλων από τους πλούσιους κατόχους της χρυσής βίζας. Στη Λισαβόνα, το μέσο κόστος των ακινήτων έχει τριπλασιαστεί από το 2015, σύμφωνα με την ιστοσελίδα Idealista, ενώ στην Αθήνα, η μέση τιμή των ακινήτων έχει αυξηθεί κατά 48% την τελευταία πενταετία. Στο Δουβλίνο, η τιμή αυτή έχει καταγράψει αύξηση του 130% από το 2012.
Oι αυξήσεις των τιμών έχουν δημιουργήσει σωρεία κινητοποιήσεων και διαμαρτυριών από τους Πορτογάλους για τις χρυσές βίζες, τα Airbnb και την έλλειψη φθηνών ακινήτων. Οι διαμαρτυρίες έχουν λάβει χώρα και σε κράτη τα οποία έχουν περιορίσει την έκδοση χρυσής βίζας. Η Ισπανία, για παράδειγμα, εξέδωσε μόλις 136 χρυσές βίζες το 2022.
Οι εκτιμήσεις των αναλυτών
Παρ’ όλα αυτά, τα δεδομένα της αγοράς υποδεικνύουν πως οι χρυσές βίζες αυτές παίζουν εξαιρετικά περιορισμένο ρόλο στις τιμές της ευρύτερης αγοράς ακινήτων. Στην Ιρλανδία, όπου εκδόθηκαν μερικές εκατοντάδες χρυσές βίζες κάθε χρόνο, έλαβαν χώρα 60.000 συναλλαγές στην αγορά ακινήτων το 2022.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Οικονομικών του Trinity College του Δουβλίνου, Ρόναν Λάιονς, «το πρόγραμμα αυτό είχε εξαιρετικά περιορισμένη επίδραση στην αγορά ακινήτων». Παρόμοια είναι και τα δεδομένα στην Πορτογαλία όπου το 0,3% των 300.000 ετήσιων συναλλαγών της αγοράς ακινήτων της χώρας οφείλονται σε χρυσές βίζες, σύμφωνα με την εταιρεία του κλάδου, Agency και το στέλεχος Άιρες Νιέτο, ο οποίος τονίζει πως «το ποσοστό αυτό είναι εξαιρετικά μικρό και δεν επηρεάζει τίποτα».
Τα στελέχη των εταιρειών οι οποίες δραστηριοποιούνται στον συγκεκριμένο τομέα της έκδοσης βίζας υπογραμμίζουν πως οποιαδήποτε αντίδραση θα αποδειχθεί παροδική. Πολλές χώρες ανά τον πλανήτη γνωρίζουν τα οφέλη προσέλκυσης πλούσιων και ικανών μεταναστών οι οποίοι μπορούν να επενδύσουν σε νέες εταιρείες, όπως τονίζει και ο συνιδρυτής της Apex Capital Partners, Νούρι Κατζ, προσθέτοντας πως «αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει. Αν και τα προγράμματα αυτά θα μεταβληθούν, δεν πρόκειται να ανασταλούν εντελώς».